25 Φεβρουαρίου 2014

Έθιμο των Μούτσινων στη Σαμοθράκη

         

Στη Σαμοθράκη, νησί το οποίο υπάγεται στο νομό Έβρου, είναι καταγεγραμένο το έθιμο των Μουτσινών.
Μούτσιν’, σημαίνει μασκοφόρος. Προέρχεται από τη λέξη «μουτσίνα» που στα Σαμοθρακίτικα σημαίνει μάσκα. Επομένως, όταν θέλουμε να αναφερθούμε σε πολλούς, τους ονομάζουμε «μούτσινους».

Οι μούτσιν’, δηλαδή τα καρναβάλια-μασκοφόροι στο νησί της Σαμοθράκης γυρνούσαν από την Κυριακή της Απόκρεω μέχρι την Κυριακή της Τυρινής. Τις παραμονές και προπαραμονές των δυο αυτών Κυριακών δεν έβγαιναν, διότι ήταν τα δυο Ψυχοσάββατα. Οι μούτσιν’ εξoρμούσαν στο χωριό, στα καφενεία και στα σπίτια από το απόγευμα, μέχρι όσο άντεχαν το βράδυ.
Οι δυο Κυριακές, της Απόκρεω και της Τυρινής, παρόλο που ήταν το Τριώδιο και η προετοιμασία για τη Μεγάλη Σαρακοστή, είχαν εορταστικό πνεύμα και ιδιαίτερα στα καφενεία όπου γινόταν μπάλλος. Καθοριστικό και μεγάλης σημασίας ρόλο για το κλείσιμο του δρώμενου έπαιζε η Καθαρά Δευτέρα, όπου όλοι οι μούτσιν’ κατέβαιναν στην Καμαριώτισσα για ναμαζέψουν και να φάνε αχινούς, λόγω νηστείας.

Γενικά, όσον αφορά στη διαδικαστική πλευρά του δρώμενου, ήταν το ίδιο σ’ όλο το νησί. Η διαφορά παρατηρείται στα πρόσωπα που συμμετείχαν και εκτελούσαν το έθιμο των μούτσινων. Στο χωριό των Αλωνίων υπήρχε ανέκαθεν η ‘’Αρκούδα’’.

Στη Χώρα, κατά παράδοση δεν υπήρχε τίποτα. Μόνο για μια χρονική περίοδο περίπου 10 ετών υπήρχε η ‘’Καμήλα’’, όπου θα δούμε παρακάτω την προέλευση της. Στον Ξηροπόταμο έχουμε τους μούτσινους’ να κυκλοφορούν μόνοι τους, χωρίς κάτι άλλο για συνοδεία, όπως είδαμε στα παραπάνω χωριά. Ας δούμε λοιπόν την ενδυματολογία των τριών αυτών φιγούρων, των μούτσινων, της αρκούδας και της καμήλας.

ΜΟΥΤΣΙΝ’
Η στολή του μούτσινου ήταν μια σατιρική φιγούρα του κεχαγιά. Στα τελευταία χρόνια είχαν ξεχαστεί ή είχαν αντικατασταθεί τα παραδοσιακά ενδύματα και υποδήματα των Σαμοθρακιτών. Έτσι, για σατιρικούς αλλά και για ενθυμητικούς λόγους, φορούσαν τα παραδοσιακά ρούχα. Επομένως έχουμε: Τσερβούλια για υποδήματα. Ήταν φτιαγμένα από δέρμα γουρουνιού. Τα κορδόνια και η γλώσσα του υποδήματος ήταν φτιαγμένα από δέρμα κατσίκας. Η φτέρνα για λόγους σταθερότητας του κεχαγιά ήταν γυμνή και εκτός υποδήματος. Τα κορδόνια ήταν μικρές στρογγυλές λωρίδες από δέρμα κατσίκας.

Καλτσούνια για κάλτσες. Ήταν απαραίτητη η διχρωμία αυτών. Μια άσπρη και μια μαύρη. Εδώ να σημειώσουμε ότι το άσπρο γενικά ήταν το χρώμα που θεωρούσαν κατώτερο και περιφρονητικό, σε αντίθεση με το μαύρο που ήταν το αρχοντικό και επίσημο τους. Τα καλτσούνια ήταν μι του πουου ποδ’, δηλαδή τα ανοιχτά, καικάλυπταν το πόδι από πάνω. Φτέρνα και πατούσα γυμνή για να κρατιέται σταθερός ο κεχαγιάς στο βουνό.

Βράκα ή Σώβρακο : Το σώβρακο είναι η εσωτερική άσπρη βράκα φτιαγμένη από κάμποτο.
Σκοινί για ζωνάρι. Σ’ αυτό κρεμούσαν το καλτσούνι μι ντ’ πατούνα, δηλαδή το κλειστό ,με την πατούσα κλειστή. Την τοποθετούσαν στο μπροστινό μέρος του σώματός τους, μπροστά στην κοιλιακή χώρα, για ευνόητους σατιρικούς λόγους.
Προβιά, Γιλέκο ή Σακάκι : Όταν φορούσαν προβιά ή γιλέκο, βάζανε πλεκτή μάλλινη φανέλα ή πουκάμισο για την κάλυψη των χεριών. Το σακάκι είναι μεταγενέστερο.
Κεφάλι : Πρόσωπο βαμμένο με την καπνιά από το τζάκι ή το τηγάνι. Σκούφος στο κεφάλι ως κάλυμμα κεφαλής. Όχι μαντήλα. Τα εξαρτήματα που είχαν πάντα μαζί τους ήταν τα εξής:
Κδούνια : Είχαν 2-3 στο συνολο.1-2 πάνω τους και ένα κρατούσαν στο χέρι τους με ξύλινο γύρο. Συνήθως εκείνος που κρατούσε την αρκούδα. Ο κδουνόγυους (κουδουνόγυρος) λεγόταν ο ξύλινος γύρος που κρεμούσαν το κουδούνι.
Κντούρ : Κουντούρι, ξερό ξύλο, κούτσουρο. Ήταν το ραβδί του κεχαγιά. Μακρύ για να πιάνει κυρίως τα κατσίκια από το κεφάλι και όχι από τα πόδια τους.
Βούλια : Ήταν ο σάκος από δέρμα ζώου. Βασικό εξάρτημα του κεχαγιά για την βοσκή των ζώων στο βουνό.
Οι μούτσιν’ ήταν μικρή ομάδα 4-5 ατόμων για να μην τους αναγνωρίζουν εύκολα και συνήθως δεν είχαν καμία φιλική ή συγγενική σχέση αναμεταξύ τους.

Αρκούδα (Αλώνια)
Η φιγούρα της Αρκούδας που εμφανίζεται μόνο στο χωριό Αλώνια είναι ένα στοιχείο δύναμης και μεγαλύτερης προσήλωσης στο έθιμο των μούτσινων από τους κατοίκους του χωριού. Η στολή που φορούσε ήταν:

Τσερβούλια για υποδήματα.
Προβιές Το δέρμα των ζώων κάλυπτε εξ’ολοκλήρου την Αρκούδα. Από τα πόδια μέχρι τα χέρια και το κεφάλι. Μόνο το πρόσωπο φαινόταν.
Πρόσωπο βαμμένο με καπνιά από το τζάκι ή από το τηγάνι.
Κδούνι : Ένα μεγάλο, κρεμασμένο από το λαιμό, το οποίο έπεφτε μπροστά στο θώρακα.
Επίσης, την αρκούδα την οδηγούσε ο αρκουδιάρης μ’ ένα σχοινί δεμένο από τη μέση.

Καμήλα (Χώρα)
Η Καμήλα ήταν μια φιγούρα που εμφανιζόταν σε μια συγκεκριμένη περίοδο και από μια συγκεκριμένη οικογένεια. Την οικογένεια Κουσκούση κατά τη δεκαετία του 1950. Αυτοί κατάγονταν από τη Λήμνο και εργαζόταν στη Χώρα ως φαναρτζήδες. Η καμήλα αποτελούνταν από δυο άτομα.

Ο μπροστινός κρατούσε ένα ξύλο όρθιο που στην πάνω άκρη του ήταν τοποθετημένο ένα κεφάλι από μεγάλο ζώο, άλογο ή βόδι. Ο δεύτερος ήταν και αυτός όρθιος, έτσι ώστε τα κεφάλια τους να σχηματίζουν τις καμπούρες της καμήλας. Οι ώμοι τους συνδέονταν μ’ ένα ξύλο για να είναι πιο σταθερή η καμήλα. Αυτοί σκεπάζονταν με μια κουβέρτα. Την καμήλα την οδηγούσε ο καμηλιέρης. Ο πατέρας ήταν ο καμηλιέρης και τα παιδιά του η καμήλα.
Τάσος Κυριακίδης
http://www.sillogoi.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου