2 Μαρτίου 2015

ΙΣΤΟΡΙΟΥΛΕΣ ΤΟΥ ΑΤΛΑΝΤΙΚΟΥ - Τάκης Σιμσιρίκης

Φωτογραφία Takis Simsirikis.
Το φοράω ακόμα
Ο Κονάτε ήταν ένας φίλος Σενεγαλέζος ένα πανέξυπνο νεαρό Καπετανάκι που καπετάνευε το JAMBUR, ένα γαριδάδικο της Gold-Fisher. Ήταν σπουδαγμένος στην σχολή Αλιείας της Μασσαλίας. Φίλος μας καλός. Το ότι καπετάνευε βαπόρι της Gold-Fisher το χρωστούσε σε μένα. Καθαρά σε μένα. Τον είχα πλήρωμα στην κουβέρτα, κάνα χρόνο, και τον βοήθησα, γιατί το άξιζε. ‘Ηταν μηχανικός, ψυκτικός, ηλεκτρολόγος, μπογιατζής, αρμενιστής, ναύτης, μάγειρας, και καπετάνιος, ήταν όλα. Ο Κλαίων ο Αρχιμηχανικός της Gold-Fisher ήταν Έλληνάρας, φίλος, αδελφός. Ήταν απ΄ τους ισχυρούς στο Ντακάρ. Μου είχε πει: - Αφού μου το ζητάς εσύ, και εγγυάσαι ότι είναι σπουδαγμένος και έχει ναυτοσύνη και ξέρει τις καλάδες, θα τον πάρω. Ξέρεις ότι τα σκάφη μου τα καπετανεύουν, μόνο Γάλλοι, και Σπανίολοι. Μαύρος ούτε ένας. (η Gold-Fisher είχε εκατόν-σαράντα αλιευτικά, με έδρα το Ντακάρ) Ο Κλαίων τούδωσε το JAMBUR, ένα παλιοβάπορο. Του είπε όμως. -Για επισκευές μη μου ζητήσεις φράγκο. Θα σου δώσω τράτες και πετρέλαια, κι΄ότι κλέψεις απ΄ τα βαπόρια (της εταιρίας). Ο Κονάτε πετούσε στον έβδομο ουρανό. Έκλαιγε και μου φιλούσε τα χέρια. Θα γινότανε Κάπτεν.
Το JAMBUR ήταν παροπλισμένο κανά-δυό χρόνια. Ο Κονάτε έκανε το πλήρωμά του, απ’ το χωριό του το Πεκίν. (Το Πεκίν είναι ένα χωριό κοντά στο Ντακάρ, που δεν είχει ρεύμα, ούτε νερό, μόνο ένα πηγάδι κάπου. Καλύβες από χώμα, πάνω στην άμμο). Μπουκάρανε οι μαύροι στο βαπόρι, και το κάνανε βίδες. Άλλοι σκαρφαλομένοι στις μπούμες και στ΄αλμπουρα, άλλοι στα ψυγεία, άλλοι στην μηχανή, στις σεντίνες, στα ταμπούκια, παντού.Τρέχανε σαν τα ποντίκια. Τα βράδια βγαίνανε παγανιά στα άλλα βαπόρια, και γυρνούσαν μ΄ένα κάβο, μια μπαστέκα, ένα γραντί, μια σουμπαβέστα. Εξοπλισμοί δωρεάν, αφού η εταιρία δεν τούδωσε φράγκο. Έτσι, “μάζεψε” το βαπόρι γρήγορα, και το έβγαλε στο πέλαγος σε δυό εβδομάδες. Ο Κλαίων όταν το είδε να αρμενίζει, έτριβε τα μάτια του. 
Ήμουνα σίγουρος, πως και μ’ αυτό το παλιοβάπορο θα έβγαζε ψάρια. Λέγανε ότι τα πληρώματα από το Πεκίν ήταν, τα καλύτερα της Αφρικής. Αλλά και οι ποιό μεγάλοι κλέφτες. Ο Κονάτε ανέβηκε στη Γέφυρα Γαριδάδικου κι΄έγινε Κάπτεν. Κάπτεν-Κονάτε. Στο μπόι; Ένα μέτρο και καθόλου. Περπατούσε όμως κι’ έτριζε η γη. Έμπαινε με το πλήρωμά του στα Μπαρ του Ντακάρ, και ανοίγανε όλοι να περάσει. Προσευχόταν πέντε φορές την ημέρα. Με το χαλάκι της προσευχής, και βέβαια και στο πέλαγος. Μούλεγε ότι, πάντα, ήμουν στις προσευχές του. Δηλαδή, εκεί στην αραπιά , είχα και τον Αλλάχ να νοιάζεται για μένα.
Μου είχε κάνει δώρο ένα δαχτυλίδι που έγραφε στα αραβικά, “Ο Αλλάχ είναι Mεγάλος”.


Ο Τ.Σιμσιρίκης είναι ένας γνωστός Αλεξανδρουπολίτης επιχειρηματίας.
Πολλοί γνωρίζουν ότι έφαγε τη ζωή του στη θάλασσα, στα "ψαράδικα".
Λιγότεροι όμως γνωρίζουν ότι έχει το χάρισμα να αποδίδει με τον γραπτό
του λόγο φωτογραφίες των αναμνήσεών του και των εμπειριών του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου