18 Μαΐου 2015

ΨΑΡΑΔΕΣ ΤΟΥ ΑΤΛΑΝΤΙΚΟΥ


Ο Ήλιος, η υγρασία, το χαμηλό βαρομετρικό, κάνουν τα κόκαλά σου να πονάνε.
Το μυαλό δουλεύει αργά. Κάτι που συνέβη πριν δέκα λεπτά, νομίζεις ότι έγινε χθες η προχθές. Χάνεις το χρόνο. Όλες οι μέρες είναι ίδιες, βασανιστικά ίδιες.Ζέστη, μούχλα, σκουριά, ιδρώτας, καυτά σίδερα, άπλυτα ρούχα, ή πλυμένα στο “εππάριο” με θάλασσα. Ντουμάνι απ’ το χασίσι, πλώρα στο μπαλαούρο.
Οι ψαράδες του Ωκεανού στην άλλη τους ζωή δεν έχουν κόλαση. Κόλαση είναι η καυτή λαμαρίνα που πατάνε, το νερό πίνουν από τα “τέγκια” (τεπόζιτα) που μυρίζει μούργα και χλώριο, το φαγητό που δεν κατεβαίνει, από τη ζέστη, και το πετάνε στους γλάρους, το ουίσκι που τους καίει τα σωθικά, τα χάπια που παίρνουν κάθε μέρα για τη Μαλάρια (ελονοσία), οι πληγές “στο μυαλό” που δεν κλείνουν όσο κι αν τις πλένεις με θάλασσα.
Είμαι πια εβδομήντα πέντε, και τα βράδια ακόμα ονειρεύομαι, ότι είμαι τριάντα, και τραβάω Τράτα στους πάγκους του Ατλαντικού. Είναι μια κόλαση που σε τραβάει, δεν σ’ αφήνει σε ησυχία Ποτέ. Αν ξαναγινόμουν νέος, πάλι ψαράς ανεμοτρατάρης θα γινόμουν. Η Ψαροσύνη είναι γυναίκα. Σε ματώνει με τα νύχια της, σε πονάει, κι’ ύστερα σε ανεβάζει στα ουράνια από ηδονή. Δεν είναι επάγγελμα, είναι ερωμένη, είναι γκόμενα.

Τάκης Σιμσιρίκης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου