Εργασιακή ομηρία και με τη «βούλα» του Άρειου Πάγου: Παρά το γεγονός ότι με βάση τις σχετικές μελέτες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα αντιμετωπίζουν καθυστέρηση καταβολής μισθού από έναν έως ακόμη και 15 μήνες, ο Άρειος Πάγος, με απόφασή του, εκτιμά, ότι η μη καταβολή των δεδουλευμένων αποδοχών του μισθωτού, έστω και μακροχρόνια, δεν αρκεί από μόνη της να θεμελιώσει την έννοια της βλαπτικής μεταβολής των όρων της σύμβασης εργασίας του.
Την ώρα που η πλειοψηφία των εργαζομένων στη χώρα ζει σε καθεστώς μιας ιδιότυπης ομηρείας με τη μη καταβολή δεδουλευμένων από την εργοδοσία, ο Άρειος Πάγος με απόφασή του (677/2017), επιβεβαιώνει ότι η μη καταβολή των δεδουλευμένων αποδοχών του μισθωτού, έστω και μακροχρόνια, δεν αρκεί από μόνη της να θεμελιώσει την έννοια της βλαπτικής μεταβολής των όρων της σύμβασης εργασίας του, αν δεν συνδέεται και με την πρόθεση του εργοδότη να εξαναγκάσει τον εργαζόμενο σε παραίτηση προκειμένου να αποφύγει την καταβολή σε αυτόν της αποζημίωσης απόλυσης.
Η απόφαση του Αρείου Πάγου κινείται στη λογική προηγουμένων σχετικών αποφάσεων (ΑΠ. 381/2012, ΑΠ 795/2007) με το σχετικό σκεπτικό να μην ευνοεί εργαζομένους που παραμένουν απλήρωτοι επί πολλούς μήνες σε επιχειρήσεις, όντας στην πράξη σε εργασιακή ομηρεία.
Σύμφωνα με το Ανώτατο Δικαστήριο, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 349, 648, 652 παρ. 1, 656 του Αστικού Κώδικα, αλλά και των νόμων 2112/1920 και 3198/1955 προκύπτει ότι η μονομερής από τον εργοδότη και δυσμενής για το μισθωτό μεταβολή των όρων της σύμβασης εργασίας δεν συνεπάγεται χωρίς άλλο τη λύση της, αλλά παρέχει στο μισθωτό το δικαίωμα είτε να θεωρήσει τη μεταβολή αυτή ως άτακτη καταγγελία της σύμβασης εκ μέρους του εργοδότη και να ζητήσει την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης είτε, εμμένοντας στη σύμβαση, να αξιώσει την τήρηση των όρων της και την αποδοχή της εργασίας του από τον εργοδότη σύμφωνα με το πριν τη μεταβολή περιεχόμενο της σύμβασης και, σε περίπτωση άρνησης του εργοδότη να αποδεχθεί την εργασία αυτή, να ζητήσει μισθούς υπερημερίας.
«Μόνη όμως η καθυστέρηση καταβολής του μισθού δεν συνιστά βλαπτική, υπό την εκτεθείσα έννοια, μεταβολή των όρων της σύμβασης εργασίας, εκτός αν γίνεται δολίως και δη για να εξαναγκασθεί ο μισθωτός σε αποχώρηση από την εργασία του», αναφέρει η απόφαση.
left.gr
Η απόφαση του Αρείου Πάγου κινείται στη λογική προηγουμένων σχετικών αποφάσεων (ΑΠ. 381/2012, ΑΠ 795/2007) με το σχετικό σκεπτικό να μην ευνοεί εργαζομένους που παραμένουν απλήρωτοι επί πολλούς μήνες σε επιχειρήσεις, όντας στην πράξη σε εργασιακή ομηρεία.
Σύμφωνα με το Ανώτατο Δικαστήριο, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 349, 648, 652 παρ. 1, 656 του Αστικού Κώδικα, αλλά και των νόμων 2112/1920 και 3198/1955 προκύπτει ότι η μονομερής από τον εργοδότη και δυσμενής για το μισθωτό μεταβολή των όρων της σύμβασης εργασίας δεν συνεπάγεται χωρίς άλλο τη λύση της, αλλά παρέχει στο μισθωτό το δικαίωμα είτε να θεωρήσει τη μεταβολή αυτή ως άτακτη καταγγελία της σύμβασης εκ μέρους του εργοδότη και να ζητήσει την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης είτε, εμμένοντας στη σύμβαση, να αξιώσει την τήρηση των όρων της και την αποδοχή της εργασίας του από τον εργοδότη σύμφωνα με το πριν τη μεταβολή περιεχόμενο της σύμβασης και, σε περίπτωση άρνησης του εργοδότη να αποδεχθεί την εργασία αυτή, να ζητήσει μισθούς υπερημερίας.
«Μόνη όμως η καθυστέρηση καταβολής του μισθού δεν συνιστά βλαπτική, υπό την εκτεθείσα έννοια, μεταβολή των όρων της σύμβασης εργασίας, εκτός αν γίνεται δολίως και δη για να εξαναγκασθεί ο μισθωτός σε αποχώρηση από την εργασία του», αναφέρει η απόφαση.
left.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου