15 Δεκεμβρίου 2015

Ομιλία του Επίκουρου Καθηγητή Δ.Π.Θ., κ. Ηλία Πετρόπουλου, στο 10ο Παγκόσμιο Συνέδριο Θρακών

 

 
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Την πρώτη ημέρα διεξαγωγής του 10ου Παγκοσμίου Συνεδρίου Θρακών ο Επίκουρος Καθηγητής του Δ.Π.Θ., κ. Ηλίας Πετρόπουλος, έκανε μια εκτενή αναφορά στην ιστορία της Θράκης από την αρχαιότητα μέχρι και την ενσωμάτωσής της στο ελληνικό κράτος ενώ παράλληλα πρότεινε την ίδρυση Ελληνικού Ινστιτούτου Θρακικών Ερευνών με έδρα το Δήμο Αλεξανδρούπολης.

Ακολουθεί η ομιλία του κ. Πετρόπουλου: 

ΥΠΕΡΑΣΠΙΖΟΜΕΝΟΙ ΤΗΝ ΘΡΑΚΗ ΜΑΣ 
 

ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ

Η Θράκη σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία ήταν η τέταρτη κόρη του Ωκεανού, και το όνομά της δόθηκε σε μια ήπειρο, που άρχιζε από το Αιγαίο και έφθανε μέχρι την χώρα των Υπερβορείων. Με τον όρο Θράκη κατά την αρχαιότητα καθοριζόταν μια πολύ μεγάλη περιοχή που κατά τον Ηρόδοτο άρχιζε από τα παράλια του Εύξεινου Πόντου και έφθανε μέχρι τις κορυφογραμμές της Πίνδου, από τον Βορρά ξεκινούσε από τον Δούναβη και προς τον Νότο έφθανε στο Αιγαίο πέλαγος και τον Όλυμπο. Τα πιθανότερα σύνορά της είναι αυτά που προσδιορίζει ο Θουκυδίδης, δηλαδή από το βορρά ο Δούναβης, την Ανατολή ο Εύξεινος Πόντος, από τη Δύση ο ποταμός Στρυμόνας και το Νότο το Αιγαίο πέλαγος. Επί εποχής του Μεγάλου Αλεξάνδρου η Θράκη συρρικνώθηκε κατά τι και δυτικό σύνορό της έγινε πλέον ο ποταμός Νέστος. Επί Βυζαντινής αυτοκρατορίας παραμένουν τα ίδια γεωγραφικά όρια. Σήμερα η Ελλάδα έχει την Δυτική Θράκη, με 8.580 τετραγωνικά χιλιόμετρα, η Βουλγαρία κατέχει τη Βόρειο Θράκη με 35.900 τετραγωνικά χιλιόμετρα και η Τουρκία κατέχει την Ανατολική Θράκη με 34.615 τετραγωνικά χιλιόμετρα.


Ο Όμηρος αναφέρεται στην στενή σχέση των Θρακών με τους Τρώες (Ίλιον) και τους εμφανίζει ως συμμάχους των Δαρδάνων του Ιλίου να πολεμούν εναντίων των Αχαιών. Οι αρχαίοι συγγραφείς θεωρούσαν τους Θράκες έθνος μέγα και πολυπληθές. Επιφανείς αρχαίοι Έλληνες με θρακική καταγωγή ήταν ο Κίμων, ο Θεμιστοκλής της Σαλαμίνας, ο θεμελιωτής της ιστοριογραφίας Θουκυδίδης, ο φυσικός Δημόκριτος και ο Πρωταγόρας. Ο Ορφέας, που έλαβε μέρος και στην Αργοναυτική εκστρατεία, ήταν μυθολογικός ποιητής στον οποίο, για θρησκευτικούς λόγους, αποδιδόταν ένας μεγάλος αριθμός ποιημάτων διαφόρων εποχών και διαφόρων δημιουργών. Τέλος, προκαλεί πάντα εντύπωση η αρχαιοτάτη σύνδεση πολλών μύθων της νοτίου Ελλάδος με την Θράκη.

Η θρησκεία των Θρακών ήταν η ίδια με των υπολοίπων Ελλήνων, πίστευαν δηλαδή στο δωδεκάθεο του Ολύμπου και είχαν τον ίδιο τρόπο λατρείας, τις θυσίες σε ναούς και βωμούς. Μερικοί μάλιστα υποστηρίζουν ότι η λέξη θρησκεία παράγεται από τη λέξη Θράκη, διότι η Θράκη ήταν η κατ' εξοχήν ιερή χώρα, ή χώρα του φωτός, ή αληθινή πατρίδα των Μουσών αφού δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι η Πιερία κατά τους ομηρικούς χρόνους ήταν θρακική. Εκτός από τους θεούς του Ολύμπου λατρεύονταν και δύο τοπικοί θεοί, ο Θραξ ήρως και ο Ποταμός Έβρος της Κικονίας. Ο Θραξ ήρως θεωρείτο προστάτης της Θράκης και αναπαρίστατο έφιππος να τρέχει και να χτυπά με το δόρυ ένα φανταστικό θηρίο. Ο Ποταμός Έβρος λατρευόταν σαν μεγάλος θεός, όπως συνηθιζόταν στην αρχαία Ελλάδα να προσωποποιούν τους ποταμούς. Στην Κορνοφωλιά του Έβρου βρέθηκε στήλη με επιγραφή Κυρίω Έβρω, όπου η λέξη Κύριος έχει την έννοια του θεού. Είναι πολύ γνωστά τα μυστήρια που γίνονταν στην Θράκη, τα οποία ήταν τελετές και λατρείες που αποσκοπούσαν στην σωτηρία των ψυχών, την ευτυχία και την επικοινωνία με το θείον. Τα κυριότερα μυστήρια ήταν τα Καβείρια και τα Ορφικά.

Η Θράκη είναι τμήμα αναπόσπαστο του Ελληνισμού από αιώνες, στο σταυροδρόμι Ανατολής και Δύσης, γνώρισε από την αρχή της προϊστορικής της ακόμη πορείας, μια πολυτάραχη ζωή. Στα εδάφη της κινήθηκαν διάφοροι λαοί και φύλα: Έλληνες, Ρωμαίοι και Βυζαντινοί, βάρβαροι του βορρά και της στέπας, Φράγκοι και Σλάβοι, Βούλγαροι και Τούρκοι.

Οι πρώτες θετικές πληροφορίες για την ιστορία της Θράκης αρχίζουν με την εποχή της ίδρυσης των Ελληνικών αποικιών στα παράλια της. Οι παράγοντες που προώθησαν τον ραγδαίο αποικισμό και την δημιουργία πόλεων από Αθηναίους, Σπαρτιάτες, Μεγαρείς και Κυκλαδίτες ήταν η σημασία των παραλίων αυτών για τον έλεγχο της Προποντίδας και τα πλεονεκτήματα από την οικονομική εκμετάλλευση των χρυσοφόρων μεταλλείων της Θράκης και δη του Παγγαίου. Οι πόλεις αυτές μεταβλήθηκαν σε εστίες ελληνικής παραγωγικής δράσης, φημισμένες για την αμπελουργία και την οινοπαραγωγή τους. Με το πέρασμα του χρόνου η Θράκη γνώρισε την Ρωμαϊκή κυριαρχία και δέχτηκε επιδρομές από βόρειους λαούς. Λίγο πριν την εμφάνιση του Χριστού μας, ο Σπάρτακος από τη Θράκη και πιο συγκεκριμένα από την περιοχή των εκβολών του ποταμού Στρυμόνα όπου κατοικούσε η φυλή των Μαίδων, υπήρξε ο αρχηγός της μεγάλης επανάστασης των δούλων και των χωρικών της Ιταλίας εναντίον της Ρώμης. Στα χρόνια της Ρωμαιοκρατίας οι κάτοικοι της Θράκης γίνονται φιλόνομοι και φιλειρηνικοί με κύριες ασχολίες την γεωργία και την κτηνοτροφία. Η Θράκη αναπτύσσεται με γοργούς ρυθμούς εξ αιτίας της βελτίωσης του οδικού δικτύου που συνέδεε την εποχή εκείνη τις μεγάλες πόλεις με την θάλασσα και την κεντρική Ευρώπη. Ο μεγαλύτερος δρόμος ήταν η Εγνατία οδός που ξεκινούσε από το Δυρράχιο και έφθανε στο Βυζάντιο. Η βελτίωση του οδικού δικτύου πέρα από την οικονομική ανάπτυξη που προσέφερε επιτάχυνε και τον ρυθμό του εξελληνισμού –δηλαδή του εκπολιτισμού- και ειδικότερα στην περιοχή της Βόρειας Θράκης.

Η πολιτική της πολυγλωσσίας που ακολουθούσαν οι Ρωμαίοι βοήθησε στην ολοκλήρωση του γλωσσικού εξελληνισμού και η Ελληνική γλώσσα να επικρατήσει έναντι της Λατινικής. Σταθμός στην ιστορία της Θράκης υπήρξε η εξάπλωση του Χριστιανισμού και η ίδρυση της Κωνσταντινούπολης το 330 μ.Χ. Το κέντρο του Ελληνισμού από την νότια Ελλάδα μεταφέρθηκε στην Μακεδονία και την Θράκη. Η Θράκη απετέλεσε για αιώνες την ασπίδα της Βασιλεύουσας, γι’ αυτό και γνώρισε πολυάριθμες επιδρομές και καταστροφές με αποτέλεσμα οι Θράκες να γίνουν μαζικά θύματα πολλές φορές. Αρκετοί αυτοκράτορες του Βυζαντίου ήταν Θρακικής καταγωγής, όπως ο Μαρκιανός, ο Λέων Α΄, ο Βασίλειος Α’ και ο Ιωάννης Βατάτζης. Τα βυζαντινά μνημεία της Θράκης και σήμερα ακόμη εκφράζουν έντονα το μεγαλείο της Βυζαντινής εποχής. Ο Ιερός ναός της Παναγίας της Κοσμοσώτειρας, το κάστρο του Διδυμοτείχου και άλλα. Όσο άντεχε η Θράκη άντεχε και η Βασιλεύουσα. Το 1348 μ.Χ. εισέβαλαν για πρώτη φορά οι Οθωμανοί στη Θράκη. Ηττήθηκαν όμως από τον αυτοκρατορικό στρατό και αποσύρθηκαν. Το 1361 όμως επανέρχονται και πάλι και καταλαμβάνουν το Διδυμότειχο και την Αδριανούπολη. Η πτώση της Αδριανούπολης το 1362 συγκλόνισε τον Ελληνικό κόσμο όσο τον συγκλόνισε και η πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1453.

Στην υπόδουλη πλέον Θράκη και όσο τα χρόνια περνούσαν η επιθυμία για λευτεριά άρχιζε να φουντώνει. Ένας από τους πρόδρομους του ξεσηκωμού, ίσως αυτόν αντέγραψε 50 χρόνια μετά ο Ρήγας Φεραίος, ήταν ο αρχιμανδρίτης Θεόκλητος Πολυείδης από την Αδριανούπολη που γύριζε στην Ευρώπη προσπαθώντας να δημιουργήσει φιλελληνική διάθεση στην Ευρωπαϊκή γνώμη για την απελευθέρωση της Θράκης και όλης της Ελλάδας. Κατά την έναρξη της επανάστασης στον Μωριά οι Οθωμανοί με αρχηγό τον Σουλτάνο Μαχμούτ Β κήρυξαν ιερό πόλεμο κατά των Ελλήνων και η Θράκη, μιας και βρισκόταν στο κατώφλι της Κωνσταντινούπολης, πρώτη πλήρωσε και πάλι με αποκεφαλισμούς και απαγχονισμούς, συλλήψεις, φωτιές, αρπαγές. Στην Αδριανούπολη, τις Σαράντα Εκκλησιές, τη Βάρνα, την Αγχίαλο, στη Ραιδεστό, στα Γανόχωρα. Η επανάσταση στη Θράκη δεν στεριώνει. Οι Θράκες όμως δεν παραιτούνται.

Μεγάλο μέρος των ιερολοχιτών ήταν Θράκες και η μοναδική στολή του ιερολοχίτη που υπάρχει σήμερα και βρίσκεται στο Εθνολογικό μουσείο είναι του ιερολοχίτη Ξενοκράτη από το Σαμάκοβο της Ανατολικής Θράκης. Συμμετέχουν στην Φιλική εταιρία, τέταρτος στην τάξη ήταν ο Αδριανουπολίτης Αντώνιος Κομιζόπουλος. Ο Παπαδόπουλος από την Αδριανούπολη υπηρέτησε στο σώμα του Οδυσσέα Ανδρούτσου με τον βαθμό του λοχαγού και έφθασε στον βαθμό του αντισυνταγματάρχου. Θρακιώτες και Θρακιώτισες βρίσκονται και αγωνίζονται στο πλευρό των πολιορκημένων Μεσολογγιτών και όμως σήμερα από την χορεία των ηρώων απουσιάζει το μνημείο των Θρακιωτών. Ο Παναγιώτης Μποχόρης από την Αδριανούπολη, ο Χατζηγιώργης Δημητρίου έφτασε στον βαθμό του αντιστράτηγου και η Μαριγώ Σαράφη από τα Ταταύλα της Πόλης χαρακτηρίζεται σήμερα ως η Μάτα Χάρη της εποχής εκείνης. Στην θάλασσα οι Αινίτες καραβοκύρηδες και πληρώματα αναδεικνύονται σε περίφημους ναυμάχους όπως ο Στρατής Σκόρδος, ο Γιάννης Καραβέλος κ.α. Ξεχωριστή όμως θέση στον αγώνα της θάλασσας έχει η Αινίτικη οικογένεια του Χατζηαντώνη Βισβίζη. Η Δόμνα Βισβίζη, η γυναίκα του, είναι αναμφίβολα η Μπουμπουλίνα της Θράκης. Η Εκκλησία έχει την δική της συμμετοχή και το δικό της ξεκλήρισμα. Ο Μητροπολίτης Παϊσιος στη Σωζόπολη της Ανατολικής Ρωμυλίας είναι του ιδίου αναστήματος και εμβέλειας με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό και τον επίσκοπο Σαλόνων Ησαΐα. Στις 24 Μαρτίου του 1821 επτά μητροπολίτες θανατώθηκαν με αποκορύφωμα τον απαγχονισμό του Πατριάρχου Γρηγορίου. Θα μπορούσε κάποιος να αναφέρει χιλιάδες ονόματα. Όλοι αυτοί οι Θράκες, επώνυμοι και ανώνυμοι που έδωσαν την ζωή και την ψυχή τους στον αγώνα του Έθνους ήταν και θα είναι για την Θράκη μεγάλοι ήρωες, αντάξιοι του Κολοκοτρώνη, του Καραϊσκάκη και του Μιαούλη.

Η απελευθέρωση της Θράκης έγινε στον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο όταν η Γερμανία ηττήθηκε και ο ελληνικός στρατός κατέλαβε την Δυτική και την Ανατολική Θράκη (1920) καθώς και την Σμύρνη στην Μικρά Ασία. Στις 28 Ιουλίου 1920, η συνθήκη των Σεβρών προέβλεψε την παραχώρηση στην Ελλάδα της Δυτικής Θράκης. Το 1923, στη συνδιάσκεψη της Λοζάνης παραχωρήθηκαν στην Τουρκία η Ανατολική Θράκη και τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος και συμφωνήθηκε η ανταλλαγή πληθυσμών.
Από τότε τα σύνορα της Ελληνικής Θράκης είναι στα σημερινά όρια. Η γεωγραφική της θέση, η επαφή της με άλλους λαούς, το κάπως τραχύ κλίμα της, οι ιστορικές της περιπέτειες επηρέασαν την πνευματική, ψυχική και κοινωνική ζωή του λαού της. Η ζωή αυτή βρήκε την έκφρασή της στις ποικίλες και πολύμορφες εκδηλώσεις, παραδόσεις, έθιμα, τραγούδια, παροιμίες, λατρεία, παραμύθια. Η Θράκη έχει να μας παρουσιάσει ένα δικό της ξεχωριστό και πολύ χαρακτηριστικό μάλιστα μουσικοχορευτικό ύφος και χρώμα, πράγμα που το διαπιστώνουμε τόσο όταν ακούμε τις μελωδίες και τα τραγούδια της, όσο και όταν βλέπουμε τους υπέροχους θρακικούς χορούς να χορεύονται. Σήμερα στη Θράκη της δικής μας εποχής υπάρχει ένα μεγάλο και πολύτιμο αλλά και ανεξερεύνητο ταυτόχρονα στρώμα λαϊκού πολιτισμού. Ακόμη και η απλή λαϊκή ζωή έχει διατηρήσει αρκετά μεγάλο μέρος από το επιβλητικό μεγαλείο και την ανεπανάληπτη ομορφιά της ζωής στην παλαιότερη μορφή της.

 

Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ‘ΕΛΛΛΗΝΙΚΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΘΡΑΚΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ’

Στο πλαίσιο της διάσωσης, διατήρησης και καταγραφής του αρχαίου πολιτισμού της Θράκης ο Δήμος Αλεξανδρουπόλεως, έπειτα από πρόταση του Δημάρχου της πόλης, αποφάσισε προσφάτως και ομοφώνως σε Δημοτικό Συμβούλιο τον Δεκέμβριο του 2014 να προβεί στην ίδρυση του Ελληνικού Ινστιτούτου Θρακικών Ερευνών με έδρα την Αλεξανδρούπολη, καταθέτοντας προς υπογραφή ένα πρωτόκολλο συνεργασίας με το Δ.Π.Θ. και το Τμήμα Γλώσσας-Φιλολογίας και Πολιτισμού Παρευξείνιων Χωρών. Να σας ενημερώσω εδώ ότι η Γενική Συνέλευση του Τμήματος ενέκρινε προ μηνών ομοφώνως το πρωτόκολλο και αναμένουμε από την Κοσμητεία να προωθήσει το θέμα στην Σύγκλητο του Πανεπιστημίου μας για την οριστική και τελική υπογραφή των δύο μερών. Πρόκειται για μια πρωτοποριακή ιδέα που ανέλαβε ο Δήμος της Αλεξανδρουπόλεως να υλοποιήσει και εύχομαι να συνδράμουν στην διαδικασία αυτή όλοι οι φορείς της Περιφέρειας της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης αλλά και όχι μόνο. Το Ινστιτούτο νομίζω ότι έρχεται στην πιο κρίσιμη για την πατρίδα μας στιγμή να καλύψει ένα τεράστιο και παλαιών χρόνων απαράδεκτο κενό και μάλιστα στον ίδιο τον τόπο του επιστημονικού ενδιαφέροντος, δηλαδή στην καρδιά της αρχαίας Θράκης όπως είναι η νευραλγική περιοχή του Έβρου. Είναι το σημείο που σήμερα ενώνονται τα τρία διαφορετικά από εθνικής απόψεως γεωγραφικά κομμάτια της πάλαι ποτέ ενιαίας Θράκης: το τμήμα που κατέχει σήμερα η Βουλγαρία, εκείνο της Τουρκίας και εκείνο της Ελλάδας. Συνεπώς, υπό το πρίσμα τουλάχιστον της γεωστρατηγικής προσεγγίσεως, για να μιλήσουμε και με σύγχρονους όρους, θεωρώ ότι πρόκειται για ένα Ινστιτούτο με τεράστια προοπτική για το παρόν αλλά και το μέλλον για τις κατοπινές γενιές που θα το διαχειρισθούν.

Πριν, ωστόσο, προχωρήσω σε παράθεση λεπτομερειών που αφορούν στην οργάνωση, την σπουδαιότητα και την προοπτική του Ινστιτούτου, θα ήθελα πρωτίστως να επισημάνω και κατ’ αρχάς να υπομνήσω την συμβολή εκείνου του ανδρός που δίχως αυτόν δεν θα υπήρχε καν λόγος περί ιδρύσεως Ινστιτούτου Θρακικών Ερευνών. Και υπονοώ βεβαίως τον ίδιο τον Δήμαρχο της πόλεως, τον κο Ευάγγελο Λαμπάκη, ο οποίος τον Νοέμβριο του 2014 παραβρέθηκε, μαζί με άλλους εκπροσώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης, σε ομιλία μου στο δημοτικό θέατρο Αλεξανδρουπόλεως. Εκεί πρότεινα εν κατακλείδι την ίδρυση ενός τέτοιου Ινστιτούτου και επεσήμανα την σπουδαιότητα που θα μπορούσε να έχει για την προώθηση των σχεδόν εγκαταλελειμμένων από εμάς θρακικών αρχαιοτήτων, μιας και η ομιλία μου ήταν αφιερωμένη στην αρχαία Θράκη. Που να φαντασθώ όμως ότι κάτι τέτοιο δεν θα άφηνε αδιάφορα τα ώτα και τον νου ορισμένων ανθρώπων που, όπως εκ των υστέρων απεκαλύφθη, έκρυβαν μέσα τους πραγματικές ευαισθησίες και πατριωτικές ανησυχίες, λαμβάνοντας υπ’ όψιν πάντοτε τους χαλεπούς καιρούς που διανύουμε. Ο κος Δήμαρχος έλαβε τον λόγο μετά το πέρας της ομιλίας μου και δεσμεύθηκε ενώπιον του ακροατηρίου ότι σε λίγους μήνες το Ινστιτούτο αυτό θα αποτελεί πραγματικότητα. Με μεγάλη χαρά και ικανοποίηση έχω την ιδιαίτερη χαρά και τιμή σήμερα να σας ανακοινώσω ότι έπειτα από την τελέσφορη διεκπεραίωση των απαιτουμένων γραφειοκρατικών διαδικασιών η ίδρυση του Ε.Ι.Θ.Ε. είναι πλέον γεγονός! Ακριβώς ένα χρόνο πριν, με πρόταση του ιδίου του Δημάρχου ελήφθη ομόφωνη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου και τους ευχαριστώ για την ομοθυμία και την σύμπνοια επί του θέματος αυτού. Θεωρώ ότι απόψε μπορώ με παρρησία ως δημότης Αλεξανδρουπόλεως, αλλά και ως άνθρωπος που ασχολούμαι επιστημονικά με τις αρχαιότητες της ευρύτερης περιοχής, να δώσω συγχαρητήρια σε όλους και κυρίως στον κο Δήμαρχο, ο οποίος φαίνεται πως ξέρει να κρατά τον λόγο του. Η αρχή είναι το ήμισυ του παντός, λέει η σοφή παροιμία, αλλά βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή του δρόμου για την υλοποίηση και την ομαλή λειτουργία του Ινστιτούτου μας. Ας ελπίσουμε ότι το ίδιο ενδιαφέρον και ο ζήλος θα συνεχισθούν από όλους με την ίδια ένταση και στο μέλλον.

Περνώντας τώρα στο θέμα της υλοποίησης του Ινστιτούτου αυτού καθ’ εαυτό νομίζω ότι ο βασικός ρόλος του θα πρέπει να επικεντρωθεί στην κάλυψη του τεράστιου και δυσαναπλήρωτου κενού που έχει διαμορφωθεί μέχρι την στιγμή που μιλάμε στην επιστήμη της αρχαιογνωσίας σχετικά με την μελέτη των θρακικών αρχαιοτήτων λόγω της τρανταχτής απουσίας Ελλήνων ειδικών και εξειδικευμένων επιστημόνων. Στην Ελλάδα δυστυχώς η Θράκη και οι αρχαιότητες των Θρακών προγόνων μας μελετούντο σχεδόν πάντοτε σε συνδυασμό με τις ελληνικές κλασικές και ρωμαϊκές αρχαιότητες που υπάρχουν εδώ και ποτέ μα ποτέ ως ξεχωριστός τομέας επιστημονικής έρευνας. Και λέω σχεδόν, διότι ο κανόνας αυτός έχει ελάχιστες, δυστυχώς, εξαιρέσεις. Συνέπεια όλης αυτής της αδιαφορίας και ίσως και σκληροκαρδίας εκ μέρους των Ελλήνων επιστημόνων απέναντι στις θρακικές αρχαιότητες ήταν να εστιασθεί συστηματικά η προσοχή των μελετητών στις κλασικές αρχαιότητες της ελληνικής Θράκης σε βάρος των θρακικών. Ελάχιστα ή και ανύπαρκτα είναι τα δείγματα συστηματικής έρευνας θρακικών καταλοίπων τα οποία μάλιστα θα μπορούσαν να είναι και επισκέψιμα για το ευρύ κοινό. Λυπούμαι που πρέπει να πω ότι όσα έχουν μέχρι σήμερα ανακαλυφθεί τελούν υπό καθεστώς εγκατάλειψης τόσο της πολιτείας όσο και ημών των ιδίων, των πολιτών δηλαδή. Τολμώ να ομολογήσω μάλιστα ότι αρκετά εκ των θρακικών μνημείων έχουν ήδη υποστεί ανεπανόρθωτες καταστροφές και φθορές που δύσκολα θα επιτρέψουν την αποκατάστασή τους. Δυστυχώς κύριοι, αυτή είναι η σκληρή και τραγική πραγματικότητα με την οποίαν έρχεται κάποιος σήμερα αντιμέτωπος!

Αυτά όσον αφορά στην ελληνική πλευρά. Ως γνωστόν, όμως, αρκετά μεγάλο κομμάτι της αρχαίας Θράκης ανήκει στην σύγχρονη Βουλγαρία, οι μελετητές καθώς και η εν γένει πολιτική της οποίας δεν επέτρεψαν επ’ ουδενί την εγκατάλειψη των θρακικών μνημείων που βρίσκονται στην επικράτειά της στο έλεος της φθοράς και της καταστροφικής ολιγωρίας. Τουναντίον μάλιστα, από πάρα πολύ νωρίς η γειτονική χώρα αντελήφθη την σπουδαιότητα και κατά συνέπειαν την αναγκαιότητα για την μελέτη και την ανάδειξη των μνημείων αυτών, όχι πρωτίστως για λόγους επιστημονικούς. Και βεβαίως εννοώ ότι η γειτονική χώρα, υπό το ασφυκτικό βάρος της αναζήτησης και της επιβεβαίωσης της πολιτιστικής της ταυτότητος, άρχισε να προπαγανδίζει απροκάλυπτα την θρακική καταγωγή των Βουλγάρων και να διατρανώνει το ένδοξο παρελθόν των δήθεν Θρακών προγόνων τους. Αυτό γινόταν (και νομίζω ότι εξακολουθεί ως τα σήμερα να υποστηρίζεται) από την πλευρά της επίσημης πολιτικής της χώρας η οποία εύρισκε εξαιρετικό έρεισμα στα αποτελέσματα των συστηματικών ανασκαφικών ερευνών στην βουλγαρική ενδοχώρα, την ώρα που στην ελληνική Θράκη ασχολούμασταν μόνο με τις κλασικές-ελληνικές αρχαιότητες της Θράκης. Για τον λόγο αυτό, κυρίως μετά την λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η βασική κατεύθυνση της ακολουθούμενης από όλους πολιτικής ήταν η περαιτέρω στήριξη της άποψης ότι το βουλγαρικό έθνος έχει εν πολλοίς αρχαίες θρακικές καταβολές. Εννοώ ότι οι αρχαιολόγοι και οι ιστορικοί είχαν ομοθυμαδόν συνταχθεί και απολύτως ταυτισθεί με την πολιτική αυτή γραμμή, βλ. π.χ. το παράδειγμα του Αλεξάντερ Φολ, με φυσικό αποτέλεσμα να επικρατήσει η εσφαλμένη άποψη ότι το θρακικό παρελθόν τούς ανήκει σχεδόν κατά αποκλειστικότητα (ας μην λησμονούμε εδώ ότι στο Μουσείο του Καζανλίκ της Βουλγαρίας, υπάρχει δήλωση του Ζίφκωφ σε 5 γλώσσες: «Στις φλέβες μας ρέει και αίμα Θρακών και είμαστε οι νόμιμοι κληρονόμοι των Θρακικών θησαυρών, οπουδήποτε της γης»). Για τον λόγο αυτό στο Ινστιτούτο Αρχαιολογίας της Βουλγαρίας (δηλαδή, στον επίσημο φορέα της χώρας για θέματα αρχαιολογίας) ιδρύθηκε από πολύ νωρίς ένας ειδικός τομέας έρευνας, αυτός της Θρακολογίας, όπου μέχρι και σήμερα εργάζονται πολλοί και εξαιρετικοί θρακολόγοι, δηλαδή ειδικοί αρχαιολόγοι και ιστορικοί επί της θρακικής αρχαιότητας. Η θρακολογία στην γειτονική χώρα έχει να επιδείξει λαμπρά ιστορική πορεία αφού έχει καθιερώσει επί σειρά δεκαετιών ολόκληρη σχολή ακαδημαϊκών και ερευνητών με αξιοζήλευτα αποτελέσματα. Μπορώ ωστόσο με ευχαρίστηση να αναγνωρίσω ότι τα τελευταία χρόνια διαπιστώνω πως υπάρχουν και μελετητές, κυρίως νεώτερης γενιάς, που έχουν απεγκλωβισθεί και ήδη αποστασιοποιηθεί από την επίσημη κατεύθυνση της προπαγάνδας που επιχειρείται εκ μέρους του Ινστιτούτου Αρχαιολογίας της Βουλγαρίας και αυτό οφείλεται προφανώς στο γεγονός ότι έχουν λάβει επιπλέον μόρφωση σε ακαδημαϊκά ιδρύματα της Εσπερίας. Προφανώς πρόκειται για αλματώδη μεταστροφή!

Και σε όλο αυτό το ενδιαφέρον επιστημονικό έργο η Ελλάδα λάμπει για άλλη μια φορά δια της εκκωφαντικής απουσίας της! Έχοντας εγκαταλείψει κατά μέρους οποιαδήποτε ενασχόληση με την αρχαία Θράκη και τα θρακικά μνημεία, δόθηκε έμφαση στις ελληνικές αποικίες που φιλοξενήθηκαν στις ακτές του Αιγαίου από τον 7ο αι. π.Χ. με σποραδικές αναφορές και μνείες ότι στα περίχωρα των συγκεκριμένων οικισμών κατοικούσαν οι γηγενείς Θράκες. Πολύ σπανιότερα, γινόταν κάποιος σχολιασμός στις σχέσεις μεταξύ των δύο λαών και νομίζω ότι εδώ κατέληγε η όποια αναφορά. Έτσι, με την αδιαφορία και ίσως τολμώ να πω την περιφρόνηση, επετράπη από ελληνικής πλευράς στους Βουλγάρους θρακολόγους να έχουν πάντοτε στην διεθνή βιβλιογραφία τον τελευταίο και βαρύνουσας σημασίας λόγο για τους αρχαίους Θράκες. Δίχως ποτέ να υπάρχει ο αντίλογος από ελληνικής πλευράς, πάντοτε βεβαίως στην βάση πλήρους επιστημονικής τεκμηρίωσης και χάριν της προώθησης ενός υγειούς επιστημονικού διαλόγου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα μάλιστα αποτελεί το σχεδόν πρόσφατο, προ δεκαετίας, 10ο Διεθνές Θρακολογικό Συνέδριο, που διεξήχθη σε Κομοτηνή και Αλεξανδρούπολη στο οποίο Βούλγαροι μελετητές κατέφθασαν με 2 υπερπλήρη λεωφορεία ναυλωμένα από το Ινστιτούτο Αρχαιολογίας, ενώ οι Έλληνες σύνεδροι δεν υπερέβαιναν τους 2 τον αριθμό, οι εισηγήσεις των οποίων μάλιστα δεν είχαν και άμεση σχέση με το εν γένει αντικείμενο! Αυτό είναι πρόδηλο και από την δημοσίευση των Πρακτικών του Συνεδρίου, στα οποία παρεμπιπτόντως έχει πρόσβαση ολόκληρη η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα. Άρα έτι μια φορά η αξίωση της γειτονικής χώρας ότι μόνο οι επιστήμονές της είναι σε θέση να εκφέρουν έγκυρη και τεκμηριωμένη άποψη επί θεμάτων θρακολογίας επιβεβαιώθηκε περίτρανα ακόμη και επί ελληνικού εδάφους! Θα μπορούσα να απαριθμήσω και άλλα παρόμοια περιστατικά, όπως για παράδειγμα ένα χαρακτηριστικό περιστατικό που επληροφορήθην σχετικά με την πλήρη απουσία και την εκ του προχείρου αντιμετώπιση εκ μέρους της ελληνικής επιστημονικής πλευράς βασικών ζητημάτων που συζητήθηκαν σε Συνέδριο λαογραφίας της Θράκης, σε αντιδιαστολή με την υπερβολικά μεγάλη συμμετοχή Βουλγάρων λαογράφων, πλήρως ενημερωμένων επί του θέματος!

Όλα αυτά δεν τα αναφέρω ούτε για λόγους εθνικιστικούς, ούτε διεκδικητικούς, αλλά κυρίως για λόγους επιστημονικής ευαισθησίας κι αν θέλετε πατριωτικής ανησυχίας. Στόχος μου είναι να τονίσω τους λόγους για τους οποίους είχα σχεδόν προ έτους, με αίσθημα ευθύνης, προτείνει την τεράστια ανάγκη να ιδρυθεί επιτέλους ένα σοβαρό και υπεύθυνο Ινστιτούτο που θα αναλάβει τον ρόλο να προαγάγει τον επιστημονικό διάλογο που προανέφερα, βασισμένο πάντοτε σε απολύτως τεκμηριωμένη επιστημονική υποστήριξη ώστε σε πολλά σημεία να αποκατασταθεί και να λάμψει η ιστορική πραγματικότητα. Νομίζω ότι εμείς οφείλουμε σε εκείνους τους ανθρώπους που θεωρούμε ότι υπήρξαν πρόγονοί μας, τους Θράκες, να αναδείξουμε την πολιτισμική παρακαταθήκη τους στην ολότητά της, την οποίαν ποικιλοτρόπως μας μετεβίβασαν και η οποία διαβιεί ακόμη και σήμερα σε πολλές πτυχές της ζωής μας, είτε το θέλουμε είτε όχι. Σε μας εναπόκειται να το ανακαλύψουμε και να το αποδείξουμε!

Μετά το πέρας της ομιλίας μου έμαθα ότι ένα παρόμοιο Ινστιτούτο είχε ήδη επιχειρηθεί να στηθεί και μάλιστα προ 20ετίας, δεν θα ήθελα ωστόσο εδώ να υπεισέλθω σε λεπτομέρειες που μάλιστα δεν γνωρίζω. Όμως εκείνο που πρέπει να τονίσω είναι το γεγονός ότι εκ των πραγμάτων διαφαίνεται ότι τώρα ωρίμασαν οι συνθήκες, με την νέα σύνθεση του δημοτικού συμβουλίου και με επικεφαλής τον νέο Δήμαρχο, για την επίτευξη αυτού του στόχου. Θα είναι άδικο και αυτήν την φορά η προσπάθεια να αποβεί μοιραία.

Ίσως να προσέξατε ότι δεν αναφέρθηκα στο τμήμα της Ανατολικής Θράκης που σήμερα ανήκει στην Τουρκία. Εκεί τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα ακόμη και σε σύγκριση με την σκληρή ελληνική πραγματικότητα που περιέγραψα μέχρι τώρα, και άρα δεν υπάρχει λόγος να επεκταθώ περισσότερο επ’ αυτού. Προς αυτήν την κατεύθυνση, λοιπόν, και με άξονα την προώθηση ενός τριμερούς (Ελλάδας, Τουρκίας, Βουλγαρίας) επιστημονικού διαλόγου/αντιλόγου, το Ελληνικό Ινστιτούτο Θρακικών Ερευνών του Δήμου Αλεξανδρουπόλεως και σε συνεργασία με το Δ.Π.Θ. καλείται να επιτελέσει έργο πρωτίστως επιστημονικό και αφιερωμένο καθ’ ολοκληρίαν στις θρακικές αρχαιότητες της ελληνικής μας Θράκης, τουλάχιστον στα πρώτα του βήματα. Αργότερα, ίσως να είναι σε θέση να αναπτυχθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε να φιλοξενήσει και τμήμα σύγχρονης λαογραφίας με άρτια κατηρτισμένο επιστημονικό προσωπικό. Προς το παρόν όμως εκείνο που κατά την άποψή μου προέχει είναι να προλάβουμε να εδραιώσουμε την βάση του οικοδομήματος, που δεν είναι άλλη από την μελέτη και την καταγραφή της παραμελημένης αρχαίας θρακικής πολιτισμικής μας κληρονομιάς.

Βασικός στόχος του Ινστιτούτου, αφ’ ης στιγμής αποφασισθεί και παραχωρηθεί ο κατάλληλος χώρος στέγασής του, είναι η οργάνωση και η δημιουργία μιας κατά το δυνατόν πλήρους και ενημερωμένης βιβλιοθήκης και αναγνωστηρίου με σύγχρονες προδιαγραφές και υποδομή. Και βεβαίως δεν εννοώ μόνο ράφια γεμάτα με διάφορα πονήματα της ειδικότητας που θα διαθέτει και καναδυο καθίσματα, αλλά προφανώς μιας βιβλιοθήκης που θα είναι σε θέση να ανταποκρίνεται και στις προσδοκίες και τις απαιτήσεις της σύγχρονης εποχής της πληροφορίας, την οποία διανύουμε, με την παροχή όλων των μοντέρνων ηλεκτρονικών μέσων για την διασύνδεση με ηλεκτρονικές πλατφόρμες πληροφορίας των πλέον γνωστών ακαδημαϊκών βιβλιοθηκών του επιστημονικού κόσμου. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα μπορεί το Ινστιτούτο μας να προσελκύει, αλλά και να είναι σε θέση να φιλοξενεί για κάποιο χρονικό διάστημα (κι αυτό θα είναι ευχής έργον!) ακαδημαϊκούς και άλλους επιστήμονες από την Ελλάδα, τα Βαλκάνια αλλά και τον υπόλοιπο κόσμο, για να προσέρχονται και να μελετούν ελεύθερα και παραγωγικά στο φιλόξενο, όπως ελπίζω να διαμορφωθεί, περιβάλλον του Ινστιτούτου. Έτσι, το Ινστιτούτο θα έχει την μοναδική ευκαιρία να οργανώνει στον οικείο του χώρο διαλέξεις από επιστήμονες κύρους και ακαδημαϊκής ολκής για το ευρύ αλλά και το ενδιαφερόμενο επιστημονικό κοινό. Θα προσπαθήσουμε δηλαδή, όσο αυτό μας το επιτρέψουν οι συνθήκες, να οργανώσουμε ένα κέντρο που θα μπορεί να εξελιχθεί σε μια πολύβουη και δημιουργική κυψέλη ανθρώπων όπου θα συναθροίζονται με στόχο τον προβληματισμό, την ανταλλαγή απόψεων και τον γόνιμο επιστημονικό διάλογο. Ξέρετε, ίσως αυτό να ακούγεται μεγαλόπνοο ή εξωπραγματικό για τα δεδομένα της ακριτικής μας πόλεως υπό τις ασφυκτικά περιορισμένες οικονομικές συνθήκες, ωστόσο θα ήθελα να διαβεβαιώσω ότι το να έχει κάποιος στόχους και να κάνει τα πάντα για την επίτευξή των, όταν μάλιστα είναι για έναν τόσο ιερό σκοπό, δεν σημαίνει ότι απαραιτήτως αιθεροβατεί.

Δεύτερον, νομίζω ότι ένα τέτοιο επιστημονικό κέντρο θα πρέπει να αποκτήσει ταυτότητα, δηλαδή εκείνο το γραπτό κείμενο ή έγγραφο που αποτελεί σήμα κατατεθέν της υπάρξεώς του. Και βεβαίως εννοώ την έκδοση ενός περιοδικού, όχι εκλαϊκευμένης μορφής, αλλά άκρως επιστημονικού περιεχομένου, στο οποίο, έπειτα από προσεκτική επιλογή ειδικώς διαμορφωθεισομένης επιστημονικής επιτροπής, θα μπορούν σε προσβάσιμη γλώσσα να δημοσιεύονται κείμενα επιστημόνων που θα άπτονται του ειδικού γνωστικού αντικειμένου, το οποίο καλείται να θεραπεύει το Ινστιτούτο όπως περιέγραψα πιο πάνω. Αυτό θα πρέπει να καταστεί εργαλείο στα χέρια των ερευνητών ανά τον κόσμο για την προώθηση και την εξέλιξη του επιστημονικού μας αντικειμένου.

Τρίτον, θεωρώ ότι το Ινστιτούτου μας πρέπει να τεθεί στην υπηρεσία του ανθρώπου, δηλαδή να διακατέχεται από καθαρά ανθρωπιστικό χαρακτήρα, σύμφωνα με τις επιταγές των Γάλλων Διαφωτιστών του 18ου και του 19ου αιώνος, οι οποίοι ως γνωστόν υπήρξαν βαθύτατα επηρεασμένοι από το αρχαίο ελληνικό φιλοσοφικό πνεύμα. Νομίζω ότι εκείνο που θα πρέπει στην κατεύθυνση αυτή να επιδιώξουμε είναι να εμφυσήσουμε σε νέους ανθρώπους, ιστορικούς της αρχαιότητας και αρχαιολόγους, και να τους ενθαρρύνουμε να ασχοληθούν με τις θρακικές αρχαιότητες σε επίπεδο μεταπτυχιακών και κυρίως διδακτορικών σπουδών, ώστε να αρχίσει η εκπόνηση ελληνικών επιστημονικών συγγραμμάτων μέσω του Ινστιτούτου μας με την μορφή παροχής υποτροφιών, εγκεκριμένων αυστηρώς από ειδική επιστημονική επιτροπή. Με τον τρόπο αυτό, θα μπορέσουμε να γονιμοποιήσουμε τις συνθήκες ώστε να δημιουργηθεί η απαραίτητη ικμάδα που με την σειρά της θα αποτελέσει την στέρεα βάση για την καλλιέργεια και την ανάπτυξη ενός πραγματικού πνευματικού φυτωρίου, τους μελλοντικούς ερευνητές της θρακικής αρχαιότητας, στους κόλπους του Ινστιτούτου μας.

Τέταρτον, το Ινστιτούτο θεωρώ ότι θα πρέπει να πλαισιώνεται από ένα Επιστημονικό Συμβούλιο, άτυπο, αρχικά τουλάχιστον, έγκριτων και διεθνώς αναγνωρισμένων επιστημόνων που να έχουν σχέση με το θεραπευθησόμενο γνωστικό αντικείμενο. Το Συμβούλιο αυτό θα διαμορφώνει και θα εγκρίνει τις δράσεις και την εν γένει δραστηριότητα του Ε.Ι.Θ.Ε., ενώ θα λαμβάνει αποφάσεις που θα καθορίζουν την πορεία και το μέλλον του. Άρα, αν και θα λειτουργεί σε άτυπο πλαίσιο, το Συμβούλιο θα κατέχει τον πιο καίριο ρόλο. Προτείνω, λοιπόν, στο Συμβούλιο αυτό να μετέχουν οι εξής, διεθνώς αναγνωρισμένου κύρους, επιστήμονες:


1) Άγγελος Χανιώτης (Princeton University)
2) Jan Bouzek (Charles University of Praha)
3) Irad Malkin (Tel Aviv University)
4) Γαβριέλα Παρισάκη (Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών)
5) Παντελής Νίγδελης (Καθηγητής Α.Π.Θ.)
6) Μανώλης Μανωλεδάκης (Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδος)
7) ΔΗΜΑΡΧΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ


Το Άτυπο αυτό Επιστημονικό Συμβούλιο θα είναι υπεύθυνο για την διαμόρφωση του χαρακτήρα και της επιστημονικής ταυτότητας και της λειτουργίας του Ινστιτούτου. Επιτρέψτε μου, νόψει της επικειμένης επίσκεψης του Προέδρου της Δημοκρατίας, κου Πρ. Παυλόπουλου, να προτείνω ως επικεφαλής Πρόεδρος του εν λόγω Συμβουλίου, να αναλάβει ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ταυτόχρονα να εξετασθεί το ενδεχόμενο να τεθεί το Ινστιτούτο μας υπό την αιγίδα της Ελληνικής Προεδρίας ώστε ευθύς εξ αρχής να τύχει της δικής του προστασίας, διότι είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι υπό την δική του καθοδήγηση και επίβλεψη θα κατορθώσουμε στην ακριτική μας περιοχή να επιτύχουμε το βέλτιστο και ευκταίο αποτέλεσμα για το νεοϊδρυθέν και πολλά υποσχόμενο Ινστιτούτο μας.

Προσδοκούμε και ελπίζουμε στην θετική ανταπόκρισή του, η οποία θα μας δώσει το απαραίτητο στήριγμα στο νέο μας ξεκίνημα, τώρα που το Ινστιτούτο μας ανοίγει τα φτερά του στον κόσμο.

Αξιότιμε κε Δήμαρχε Αλεξανδρουπόλεως, νομίζω ότι προσπάθησα όσο καλύτερα μπορούσα εντός του χρονικού πλαισίου που μου παραχωρήθηκε να σταχυολογήσω τις βασικές πτυχές λειτουργίας και του επιστημονικού πεδίου δράσεων του Ε.Ι.Θ.Ε., βασισμένος στο πλαίσιο του συμφωνηθέντος και προς υπογραφή προ καιρού υποβληθέντος στην Κοσμητεία της Σχολής Ανθρωπιστικών και Κλασικών Σπουδών, Πρωτόκολλου Συνεργασίας Δήμου Αλεξανδρουπόλεως και Δ.Π.Θ. Ως Επιστημονικός Υπεύθυνος του Ινστιτούτου οραματίζομαι και επιδιώκω να σας «βγάλω ασπροπρόσωπο» για την εμπιστοσύνη που δείχνετε στο πρόσωπό μου εσείς και το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου μας και ελπίζω να καταφέρουμε με την ευγενική συμπαράσταση και την ενεργό συμπόρευση όλων των ανωτέρω αναφερθέντων επιστημόνων, καθώς και ολόκληρης της κοινωνίας της πόλεώς μας και της Περιφέρειάς μας, να οργανώσουμε ένα καθ’ όλα αξιοπρεπές και αντάξιο των σύγχρονων απαιτήσεων Ινστιτούτο ακαδημαϊκών προδιαγραφών. Η πόλη μας, κυρίες και κύριοι, έχει εδώ και περίπου 130 χρόνια έναν πανέμορφο φάρο να κοσμεί την παραλιακή λεωφόρο, που έχει καταστεί πανελληνίως και ίσως και παγκοσμίως το σήμα κατατεθέν της. Ας ελπίσουμε ότι με την ίδρυση του Ινστιτούτου η Αλεξανδρούπολη θα αποκτήσει έναν δεύτερο, πνευματικό φάρο, του οποίου η εμβέλεια θα μπορέσει κάποια στιγμή με την βοήθεια όλων να ξεπεράσει τα στενά όρια της χώρας μας και να φωτίζει σε όλα τα Βαλκάνια, την Ευρώπη και ίσως σε όλο τον κόσμο.
Σας ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας!

ΗΛΙΑΣ Κ. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Επίκουρος Καθηγητής Δ.Π.Θ.
Επισκέπτης Καθηγητής στο Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδος,
Εξωτερικός Συνεργάτης στο Εθνικό και Καπιδιστριακό

Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Σλαβικών ΣπουδώνE-mail: elias_p@otenet.gr & ipetropo@bscc.duth.gr

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: